
Το νέο βιβλίο του Δημήτρη Ψαθόπουλου «Ένα βιολί στο χρώμα του πάγου» που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Κέδρος, θα μπορούσε να πει κανείς ότι αποτελεί τραγική ειρωνεία όσων ζούμε σήμερα και να φανταστεί κανείς ότι έχει γραφτεί καιρό πριν (περισσότερα για το βιβλίο δείτε εδώ). Μια Ελλάδα οικονομικά και κοινωνικά χρεωκοπημένη, ένας θανατηφόρος ιός και μία παρτίδα εμβολίων συνθέτουν το κάδρο μιας ιστορίας, που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και αστυνομική.
Κύριε Ψαθόπουλε, πείτε μας λίγα λόγια για το νέο σας βιβλίο.
Το «ένα βιολί στο χρώμα του πάγου» έχει τη μορφή μιας αστυνομικής ιστορίας, μέσα από την οποία οι ήρωες δοκιμάζονται από τις επιλογές τους. Ζώντας στη σφαίρα μιας ζοφερής πραγματικότητας οι κεντρικοί χαρακτήρες του έργου διαχειρίζονται τις ικανότητές τους εγωιστικά, κοντόφθαλμα, προκαλώντας συνέπειες που δεν μπορούν να ελέγξουν. Η αναλογία με την παρηκμασμένη κοινωνία που τους περιβάλει-απόρροια της έλλειψης συλλογικής συνείδησης – είναι πιστεύω εμφανής. Οι ήρωες επαναλαμβάνουν τα ίδια αμαρτήματα που οδήγησαν έναν ολόκληρο λαό στην καταστροφή, χωρίς να περνάει καν από το μυαλό τους ότι ο καθένας ξεχωριστά είναι τελικά υπεύθυνος για όλους.
Γιατί επιλέξατε αυτό τον τίτλο;
Για όποιον διαβάσει το βιβλίο είναι φανερό ότι ο τίτλος δεν μπορεί να είναι άλλος από αυτόν. Το λευκό βιολί είναι στην ουσία «παρόν» σε κάθε σκηνή του έργου. Συνιστά τον καταλύτη της πλοκής, που σπρώχνει τις εξελίξεις. Οι ήρωες σχεδιάζουν, αποφασίζουν και δρουν πάντα υπό τη σκιά του λευκού βιολιού, το οποίο τελικά αποτελεί την αφορμή για να ξεδιπλωθεί η προσωπικότητά τους μέσα από τις σελίδες. Το φινάλε της ιστορίας βρίσκει το βιολί ανέπαφο, αναλλοίωτο, τελικά περιττό, όπως λειτουργούν πάντα οι καταλύτες, ενώ γύρω από αυτό οι ισορροπίες έχουν αλλάξει καθοριστικά.
To κύριο θέμα του βιβλίου μοιάζει αρκετά με τη δυστοπική πραγματικότητα που βιώνουμε. Η συγγραφή του έγινε στην περίοδο της καραντίνας ή είχατε εμπνευστεί νωρίτερα μια τέτοια κατάσταση;
Η εφιαλτική κατάσταση που περιγράφεται μας θυμίζει πολύ την πραγματικότητα που ζούμε σήμερα, το βιβλίο όμως ολοκληρώθηκε τέσσερα χρόνια πριν. Χρειαζόμουν μια συνθήκη, η οποία θα δοκίμαζε τη συνοχή της κοινωνίας και θα την ανάγκαζε να συσπειρωθεί, παρόλη την ανομοιομορφία της. Χρησιμοποίησα λοιπόν μια οικονομική κρίση – στην οποία σε μεγάλο βαθμό είμαστε εξοικειωμένοι στη χώρα μας- και επιπλέον μια θανατηφόρα ασθένεια με παγκόσμιες προεκτάσεις. Έτσι προέκυψε αυτή η εντυπωσιακή σύμπτωση. Θυμάμαι, σε κάποιο σημείο του έργου, όπου μια κοπέλα χορεύει ημίγυμνη στο μπαρ με ένα μαντήλι να της καλύπτει το πρόσωπο, προβληματίστηκα σοβαρά μήπως η υπερβολή γινόταν πολύ κραυγαλέα και η εικόνα δεν λειτουργούσε ρεαλιστικά. Πού να φανταστώ ότι για μια ακόμα φορά η ζωή θα ξεπερνούσε την φαντασία;

«Τα πιτσιρίκια δεν έχουν ταξική συνείδηση». Από ποια ηλικία πιστεύετε ότι δημιουργείται η ταξική συνείδηση;
Η κοινωνική διαστρωμάτωση είναι μια ανθρώπινη επινόηση. Όταν γεννιόμαστε είμαστε λαμπεροί, απρόσβλητοι και αθώοι, όπου οποιαδήποτε μορφή διάκρισης δεν έχει τόπο στη συνείδησή μας. Από εκεί και έπειτα το περιβάλλον μέσα στο οποίο αναπτύσσεται η προσωπικότητα του καθενός είναι καθοριστικό στη διαμόρφωση της κοινωνικής μας αντίληψης. Η ταξική συνείδηση δημιουργείται μέσα από τα ερεθίσματα που λαμβάνουμε όσο προσπαθούμε να ξεκαθαρίσουμε πως λειτουργεί ο κόσμος καθώς και ποια είναι η θέση μας σε αυτόν μέσα από τους κανόνες που τον διέπουν. Η ικανότητα του περιβάλλοντός μας να μας εμπνεύσει προβληματισμούς και ερωτήματα προσδιορίζει το πόσο σύντομα θα γίνει αυτό και τι προεκτάσεις μπορεί να αποκτήσει.
«Ο καθένας μας νιώθει όπως είναι φτιαγμένος να νιώθει». Τα συναισθήματα δεν εξελίσσονται, είναι εκ γενετής προδιαγεγραμμένα;
Σαφώς και τα συναισθήματα εξελίσσονται. Ο τρόπος που αισθανόμαστε είναι η ίδια μας η ταυτότητα και ο άνθρωπος έχει τρόπους να εκπαιδεύει τον εαυτό του, ώστε να διαχειρίζεται τα συναισθήματά του, προκειμένου να βελτιώσει τη ζωή του και τις σχέσεις του με τους άλλους. Ωστόσο, οι περισσότεροι από εμάς δεν μπορούμε να ξεφύγουμε από το πλαίσιο του χαρακτήρα μας, οπότε η δυναμική αυτή περιορίζεται μέσα στα προσωπικά μας όρια. Η συγκεκριμένη φράση που αναφέρεται στο βιβλίο, καθρεφτίζει στην ουσία ένα στοίχημα που βάζει ο καθένας με τον εαυτό του: Κατά πόσο ο άνθρωπος είναι εύκολο να αλλάξει στ’ αλήθεια και ποιες είναι οι προϋποθέσεις εκείνες που θα τον βάλουν σε αυτήν τη διαδικασία.
Είμαστε από τη φύση μας αδίστακτοι;
Η αρχέγονη φύση του ανθρώπου είναι εγωιστική. Το άτομο αντιλαμβάνεται το εγώ του ως το κέντρο του σύμπαντος, οπότε αναπτύσσει μια χωρίς όρια λυσσαλέα προσπάθεια να υπερασπιστεί τον εαυτό του και να βελτιώσει τη συνθήκη του. Είναι η παιδεία αυτή που μας απομακρύνει από τη λογική της ζούγκλας και μας θέτει νέες προτεραιότητες. Ο άνθρωπος έτσι αναπτύσσει ηθικές αξίες, εξευγενίζεται και συνειδητοποιεί πλέον ότι είναι μέρος ενός συνόλου που οφείλει να προστατέψει. Όσο ο πολιτισμός εξελίσσεται, τόσο η συλλογική συνείδηση κερδίζει έδαφος απέναντι στην ατομικότητα.
Πιστεύετε στην τύχη;
Πιστεύω στην καθοριστική συμβολή του τυχαίου. Φαντάζομαι τη ζωή σαν μια μεγάλη περιπέτεια με απρόβλεπτες διακυμάνσεις και αστάθμητους παράγοντες, από τους οποίους τα φυσικά μας προσόντα και η προνοητικότητα συχνά δεν είναι αρκετά για να μας προφυλάξουν. Δεν πιστεύω σε τυχερούς και άτυχους ανθρώπους, αλλά σε ανθρώπους που επωφελήθηκαν ή όχι από την εύνοια του τυχαίου, η επίδραση του οποίου είναι παρούσα σε κάθε στροφή της ανθρώπινης ιστορίας.
Ετοιμάζετε νέο βιβλίο;
Χαίρομαι πολύ για αυτήν την ερώτηση, γιατί μου δίνεται η ευκαιρία να πω δυο λόγια για μια ιδέα που δουλεύω στο μυαλό κι έτσι να δεσμευτώ απέναντι στον εαυτό μου, ώστε να το πάρω απόφαση και να στρωθώ να γράψω!
Η Θεσσαλονίκη το 1948 ήταν ένα κοσμοπολίτικο σταυροδρόμι, όπου οι νικητές του β’ παγκοσμίου πολέμου ανταγωνίζονταν με σκοτεινά πολιτικά παιχνίδια προσπαθώντας να παγιώσουν μια ισορροπία επιρροής και εξουσίας. Με την ελληνική κυβέρνηση να ψάχνει να οργανωθεί μετά τον πόλεμο, τις ξένες μυστικές υπηρεσίες να εξυφαίνουν δολοπλοκίες και τον αντάρτικο στρατό να έχει στρατοπεδεύσει μερικά χιλιόμετρα πιο πέρα, η πόλη έμοιαζε με καμίνι που κοχλάζει. Η δολοφονία ενός ενοχλητικού Αμερικανού δημοσιογράφου που είχε επισκεφτεί την συμπρωτεύουσα προκειμένου να βρει τρόπο να πάρει συνέντευξη από τον αρχηγό των ανταρτών, έρχεται να ταράξει το ήδη εκρηκτικό κλίμα.
Με την «υπόθεση Πολκ» είχα ασχοληθεί εκτενώς πριν από χρόνια στο πλαίσιο ενός διαγωνισμού θεατρικής γραφής που είχε διοργανώσει το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος. Το έργο μου μάλιστα, είχε αποσπάσει την τιμητική διάκριση. Πάνω σε αυτήν την ιστορία θα βασίζεται το μυθιστόρημα που ετοιμάζω.
Σάς ευχαριστούμε πολύ!
Facebook
Twitter
Tumblr
RSS