Συνεντεύξεις

Γιάννης Γρηγοράκης: «Κάθε ηλικία έχει τις απαιτήσεις της, αλλά και το δικό της μάτι»

Γιάννης Γρηγοράκης: «Κάθε ηλικία έχει τις απαιτήσεις της, αλλά και το δικό της μάτι»

Μπορεί το νέο βιβλίο του Γιάννη Γρηγοράκη που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Κέδρος να έχει τίτλο «Ο άνεμος κόπασε» (περισσότερα δείτε εδώ), η δίνη όμως που αφήνει στον αναγνώστη, όχι μόνο δεν κοπάζει, αλλά συνεχίζει ακόμα και όταν ολοκληρώνει κάποιος την ανάγνωσή του. Το ταξίδι  στο χωροχρόνο, σε σημαντικές ιστορικές περιόδους, αλλά και σε τόπους που γραφόταν η ιστορία κρατά μέχρι την τελευταία σελίδα.

Κύριε Γρηγοράκη, πείτε μας λίγα λόγια για το νέο σας βιβλίο «Ο άνεμος κόπασε».

Το “Ο Ανεμος κόπασε” μιλάει για τον πόλεμο και τα ερείπια που άφησε πίσω του, για το Άουσβιτς, για τον κόσμο μετά το Άουσβιτς, για τις αντιφάσεις της Ιστορίας, για τον δωσιλογισμό, για την τέλεια σύγχυση ανάμεσα στην αλήθεια και στο ψέμα, για την ταπείνωση και τη λεηλασία της εβραϊκής μνήμης, για την εμμονή στις διακρίσεις, για την ταυτότητα και τις ρίζες, για την ελάχιστη πατρίδα που χρειάζεται ο άνθρωπος για να νιώσει λίγη ασφάλεια, για την παρακμή των νοημάτων, για την ενοχή, για το καλύτερο μέλλον που δεν θα έρθει ποτέ.

Κεντρικό πρόσωπο του έργου είναι ο Οδυσσέας. Γεννημένος στη Θεσσαλονίκη το 1935 έχει τραυματική παιδική ηλικία. Το 1947 έρχεται από την Αγγλία η θεία του, Σόφι, και τον παίρνει στο Λονδίνο όπου ζει με τον άντρα της, Άντριου Μπλαντ.  Οι Μπλαντ υιοθετούν το παιδί, αλλά έχουν κι αυτοί τα δικά τους προβλήματα. Μόνη καταφυγή του νεαρού το σινεμά. Όταν ο θετός πατέρας του του κάνει δώρο μια κάμερα, περιπλανιέται στους δρόμους της πόλης καταγράφοντας τον καινούργιο κόσμο που αναδύεται από τα ερείπια. Σπουδάζει σκηνοθεσία και συγγραφή σεναρίου. Η έλξη που ασκεί πάνω του η Νουβέλ Βαγκ τον φέρνει στο Παρίσι το 1961. Ονειρεύεται να αφήσει το στίγμα του ως σκηνοθέτης, αλλά τον κυνηγάει παντού το τραυματικό παρελθόν του. Η ψυχανάλυση στην οποία υποβάλλεται για χρόνια είναι μια κάποια λύση. Ερωτεύεται, γυρίζει ταινίες. Όταν κλείνει ο κύκλος του Παρισιού επιστρέφει στην Ελλάδα. Ασχολείται με το θέατρο, σκηνοθετεί παραστάσεις, αλλά παίζει κι ο ίδιος.  Την τελευταία νύχτα του αιώνα ο Οδυσσέας Μπλαντ βρίσκεται νεκρός στο σπίτι του με μια σφαίρα στο κεφάλι, ενώ στους δρόμους ο κόσμος γιορτάζει το μιλένιουμ. Στο σημείωμα που υπάρχει δίπλα στο πτώμα, η σύντροφός του, Εκάβη, αναγνωρίζει το πνεύμα του Μπλαντ, όχι όμως και τον γραφικό χαρακτήρα του. Έγκλημα ή αυτοκτονία;. Ο αστυνόμος Χατζής αναλαμβάνει να λύσει το μυστήριο αυτού του βίαιου θανάτου.    

Υπάρχει μια συνάντηση λογοτεχνίας, Ιστορίας και κινηματογράφου σ΄αυτό το βιβλίο. Συναντιούνται στο Άουσβιτς. Πώς προέκυψε αυτή η συνάντηση; 

Ο έφηβος Μπλαντ παίρνει την μεγάλη απόφαση να τηρήσει διά βίου ένα αρχείο Ιστορίας. Αυτό το αρχείο, μαζί με τις ταινίες που γυρίζει στο Παρίσι, αποτελούν την ταινιοθήκη της μνήμης του. Στα τέλη της δεκαετίας του ΄50 παίρνει συνέντευξη από τον Αλέν Ρενέ. Ο Ρενέ έχει μόλις γυρίσει το Χιροσίμα αγάπη μου, ενώ λίγα χρόνια πριν, το Νύχτα και καταχνιά, ένα ντοκιμαντέρ για το Άουσβιτς, είχε σοκάρει τον κόσμο. Η συζήτηση περιστρέφεται, κυρίως, γύρω από το ντοκυμαντέρ. Ο Οδυσσέας είχε βιώσει σε κάποιο βαθμό τον εκτοπισμό των Εβραίων της Θεσσαλονίκης, αλλά και ό,τι συνέβη μετά την επιστροφή των ελάχιστων επιζώντων. Αυτό το θέμα είναι από τα κομβικά σημεία του βιβλίου.

Ποιες τρεις ταινίες περιλαμβάνει η ταινιοθήκη της μνήμης σας, και γιατί αυτές;

Επειδή κάθε ηλικία έχει τις απαιτήσεις της, αλλά και το δικό της μάτι, θα αναφέρω ταινίες διαφορετικών εποχών σκηνοθετών που η συνάντηση με το έργο τους ήταν μια όμορφη εμπειρία. Μία είναι το «Χιροσίμα αγάπη μου» του Αλέν Ρενέ, που αναφέρω και στο βιβλίο. Το είδα λίγο μετά το τέλος της εφηβείας, αρκετά χρόνια αφότου γυρίστηκε. Υπαρξιακή αγωνία και έρωτας με φόντο ένα κατεστραμμένο τοπίο. Πόλεμος και μνήμη. Μια άλλη ταινία είναι το «Παρίσι-Τέξας» του Βέντερς. Ο Βέντερς απέδωσε με καθηλωτικό τρόπο το αχανές και απόξενο τοπίο της Αμερικής. Τέλος, θα επιλέξω την ταινία «Ο νεκρός» του Τζάρμους. Ο Τζάρμους παρουσιάζει την δική του Άγρια Δύση, ποιητική και ταυτόχρονα πληγωμένη από την αναπότρεπτη βία.    

Ο Μπλαντ και η Σάρα συζητώντας για το νόημα της ζωής συμφωνούν ότι μένει μια καθαρή αξία, όταν καταβληθεί το τίμημα της ζωής, ο πόνος, οι απώλειες, το πένθος, χωρίς ωστόσο να την ορίζουν. Ποια είναι αυτή η καθαρή αξία που μένει;

Δεν μπορούμε να παραβλέψουμε τα ουρλιαχτά χαράς και ζωντάνιας για πράγματα που απολαύσαμε τις ανέμελες μέρες. Υπήρξαν ανέμελες μέρες σε κάθε εποχή, όσο σκοτεινή κι αν ήταν, υπήρξαν έρωτες και ολονύκτια μεθύσια με φίλους, πεθαίνουμε αφήνοντας πίσω μας παιδιά, δηλαδή ζωή. Δεν είναι αυτή μια καθαρή αξία που μένει;. Αλλά και να μην αφήσουμε πίσω μας παιδιά, γνωρίσαμε το μυστήριο της ζωής, της δημιουργίας εκ του μηδενός, τα χρώματα της ίριδας, πετάξαμε στον ουρανό ταξιδεύοντας, συνεχίζουμε να πετάμε, κάνουμε θόρυβο, ο κόσμος χάνεται μέσα στη βοή που προκαλούμε.  

Είστε της άποψης ότι ο ηθοποιός πρέπει να δοκιμάζεται σε ρόλους που του ταιριάζουν ή σε κόντρα ρόλους;

Ως θεατής δίνω μεγάλη σημασία στην εικόνα, στο βλέμμα, στην εκφορά του λόγου, στις χειρονομίες, στην κίνηση. Δεκάδες φερέλπιδες ηθοποιοί περνάνε από οντισιόν για έναν ασήμαντο ρόλο. Μπορούμε να φανταστούμε τί δουλειά γίνεται στην επιλογή του κεντρικού χαρακτήρα, αλλά και του δεύτερου ρόλου. Λίγοι μπορούν να παίξουν τα πάντα. Πιστεύω ότι οι σκηνοθέτες δεν ρισκάρουν. Ο Μπλαντ δεν ρίσκαρε. Θυμάμαι, ωστόσο, τον Γκοντάρ που επέλεξε την Μπριζίτ Μπαρντό σε κόντρα ρόλο, και του βγήκε. Και θυμάμαι τον Τζακ Λέμον που μου έδωσε την εντύπωση ότι μπορούσε να παίξει τα πάντα.

Το “Ο άνεμος κόπασε” είναι αισίως το δέκατο βιβλίο σας. Αν και είναι δύσκολο να διαλέξει ένας συγγραφέας ανάμεσα στα έργα του, ποιο απ’ όλα σας “δυσκόλεψε” με την συγγραφή και την απόδοσή του;

Ο διαβήτης του Πλάτωνα, με δυσκόλεψε αρκετά. Η συγγραφή του πήρε τέσσερα χρόνια, επειδή η έρευνα επεκτάθηκε σε πολλά πεδία. Έπρεπε να ανασυνθέσω σε κάποιο βαθμό την Αθήνα της εποχής του Πλάτωνα, αλλά και τον χαρακτήρα του Πλάτωνα. Συν ότι έπρεπε να μυηθώ στη λογική της αρχαίας γεωμετρίας. Κεντρικό θέμα του βιβλίου είναι το Δήλιο πρόβλημα, ένα πρόβλημα που προέκυψε από χρησμό που έδωσε το Μαντείο των Δελφών, όταν η Δήλος προσβλήθηκε από λοιμό, κατά την διάρκεια του Πελοποννησιακού πολέμου. Μεταξύ άλλων, κλήθηκε και ο Πλάτων να το λύσει, όπως προκύπτει από τα έργα του. Ωστόσο, ο κόπος μου επιβραβεύτηκε γιατί με κάλεσαν αρκετά σχολεία να μιλήσω για το βιβλίο. Για την ιστορία να πω ότι το πρόβλημα αναφέρεται στον διπλασιασμό του κυβικού όγκου, και ότι δεν επιδέχεται λύση με κανόνα και διαβήτη – αυτό αποδείχθηκε μόλις τον 19ο αιώνα.

Ετοιμάζετε νέο βιβλίο;

Κάνω διάφορες σκέψεις – τίποτα που να έχει πάρει σχήμα.

Σας ευχαριστούμε πολύ!

Εγώ σας ευχαριστώ!

Συνεντεύξεις

Περισσοτερα στην κατηγορια Συνεντεύξεις

Copyright © 2015-2016 Clevernews