
Μια ακόμα ποιητική συλλογή έρχεται από τον Κώο ποιητή Βασίλη Πη από τις εκδόσεις Βακχικόν. Τίτλος της «Θέατρο Δημοκρατίας», πρόκειται για μια συλλογή που προκαλεί έντονη συναισθηματική φόρτιση (περισσότερα δείτε εδώ).
Κύριε Πη, Πείτε μας λίγα λόγια για τη νέα σας συλλογή.
Το έργο είναι χωρισμένο σε δύο ‘‘πράξεις’’ όπου μιλούν οι ‘‘φωνές φθινοπωρινού δάσους’’ και οι ‘‘φωνές της θάλασσας’’. Με το επαναλαμβανόμενο συνθηματικό μοτίβο, Κουράστηκα να περπατώ στο δάσος, προσπάθησα να χαρτογραφήσω τ’ αποτυπώματα που άφησε πίσω της η οικονομική κρίση, η πανδημία, η κλιματική αλλαγή, οι πόλεμοι, αλλά και να καταγραφούν τα τραύματα, τόσο τα προσωπικά όσο και τα συλλογικά σε μια ποιητική σύνθεση με μία ενότητα ύφους σε δύο πράξεις. Το ποίημα είναι θορυβώδες αφού κάθε φωνή – την οποία κανείς δεν μπορεί να καταπνίξει- είναι μία περσόνα ( το δάσος, η βροχή, το ελάφι, η θάλασσα, η χελώνα, οι φωνές των παιδιών που δεν γύρισαν στα σπίτια τους, ο γλάρος ) που ανεβαίνει στη σκηνή για να μιλήσει για τον προσωπικό αγώνα επιβίωσης, κατακερματισμένα, αποσπασματικά, σαν να έχει σπάσει το λυρικό συναίσθημα και έχει απομείνει μόνο η φωνή. Κάποιες από τις φωνές αυτές ενδέχεται να είναι ανθεκτικές και ο χρόνος δεν μπορεί να κάνει πως δεν τις ακούει.
Στο βιβλίο ακούγονται οι φωνές για ένα μισοκαμένο δάσος, για πλημμυρισμένα χωράφια, φωνές από τους μαυρόγυπες που δεν έβρισκαν τη φωλιά τους μετά τη φωτιά στο δάσος, φωνές από την νέα γενιά, φωνές που μιλούν για το συλλογικό τραύμα των Τεμπών.
Το βιβλίο αφιερώνεται στα παιδιά με τα όμορφα δάση που έφυγαν μέσα στην νύχτα, σαν μυθιστόρημα.
Ποιος σκηνοθετεί το «Θέατρο Δημοκρατίας»;
Ο ίδιος ο συγγραφέας. Αυτός σκηνοθετεί, αυτό γράφει, σβήνει και ξαναγράφει για να βρει ένα καλό συνδυασμό λέξεων. Προέκυψε και από το γεγονός ότι το θέατρο παραμένει ακόμα ένας ζωντανός χώρος ελευθερίας. Η σκηνή είναι ο μόνος χώρος ακόμα που μπορούν να λέγονται τα πάντα και γιατί σύμφωνα με τον Βασίλη Παπαβασιλείου, αρχικά ο όρος «θέατρο δεν σήμαινε μια τέχνη αλλά έναν τόπο. Ένα χώρο μέσα στον οποίο τελείται το έργο της ποιήσεως, το έργο των ζωντανών». Και επίσης μέσα από τον θεατρικό μονόλογο βρήκα τη δυνατότητα να δώσω φωνή στα πουλιά, στο δάσος, στη θάλασσα, στη βροχή, στη χελώνα, στα παιδιά με τα όμορφα δάση.
Ίσως να είναι ένα ερωτικό γράμμα σε μια γυναίκα, ή στη Γη που μας φιλοξενεί. Η οπτική διαστέλλεται για να μπορεί να συμπεριλάβει τις μέρες ενός μοναχικού επιβάτη σ’ ένα μισοκαμένο δάσος, δηλώνοντας πως ο επιβάτης αυτής της Γης, κουράστηκε, αυτή η αγρύπνια τον έχει εξαντλήσει.
Προτιμάτε την ανατολή ή τη δύση του ηλίου;
Θα σας απαντήσω με ένα ποίημα από την ανέκδοτη συλλογή ‘ Τα νησιά IV’’
Ξύπνησα με το κακάρισμα του πετεινού
Σαν φωτεινό πλοίο ήρθε
Η αυγή μέσα στη νύχτα
Τα βότσαλα είχαν τα χρόνια της θάλασσας
Καθώς λοξοπερπατούσα το φως
Χύθηκε σαν μάνικα νερού στην ακτή
Όταν μπήκα στη θάλασσα να κολυμπήσω
Ένιωσα τον πρώτο κατακλυσμό του Νώε
Φτάνοντας το απόγευμα
Το γερασμένο σούρουπο
Μου χάιδεψε την πλάτη
Καθώς παραμόνευε πίσω
Απ’ τα βουνά, σαν πάνθηρας.
Ποιες λέξεις «φωνάζει» η Ελλάδα;
Η Ελλάδα έχει θλίψη και πόνο. Το «Θέατρο Δημοκρατίας» είναι μια πράξη βαθιάς υπόκλισης προς τη θλίψη, προς τον πόνο. Η ποίηση άλλωστε δεν θεραπεύει, ο πόνος εξακολουθεί να υπάρχει. Με τον πάροδο του χρόνου ίσως επουλώνονται οι πληγές, αλλά δεν κλείνουν. Η απώλεια είναι το μόνο πράγμα που δεν ανατρέπεται μας λέει ο Γιάννης Χουβαρδάς και έχει δίκιο.
Το « Θέατρο δημοκρατίας» συνέχεια διορθώνονταν και συμπληρώνονταν, ώστε να σχηματίσει μια γλώσσα που με ικανοποιούσε, όπως το πρωινό φως του ήλιου, τόσες φορές ‘‘γρατσούνιζε’’, τις γρίλιες του παραθύρου μου, σχηματίζοντας στο γραφείο μου ορθές και πλάγιες γωνίες από ιμάντες φωτός, υποστηρίζοντας με πάθος αυτό που λέει ο Seamus Heaney ότι η « ποίηση μπορεί να είναι μια λυτρωτική λειτουργία και το ίδιο ψευδαισθησιογόνα όσο ο έρωτας».
Το «Θέατρο δημοκρατίας» δηλώνει, όχι μόνο την άρνηση του συγγραφέα ν’ απολέσει την ανάσα του, αλλά και την πεποίθηση του για την συνεχιζόμενη λειτουργία της ποίησης, ως αναγκαίας ανθρώπινης πράξης, ή ως αναγκαίας ανάσας.
Ποιον θεωρείτε καλό γείτονα;
Με αυτόν που μπορείς να μοιραστείς χαρά μαζί του. Να μπορείς να του δίνεις χαρά αλλά και να παίρνεις. Αυτό άλλωστε δεν είναι το βαθύτερο νόημα της ύπαρξης. Τέσσερα (4) είναι τα πολυτιμότερα αγαθά σύμφωνα με το αρχαίο ποιητή Σιμωνίδη του Κείο:
1). Υγεία
2). Ομορφιά
3). Πλούτο από έντιμα μέσα, και
4). Nα ’σαι πάντα νέος με τους φίλους σου.
Τι σχήμα έχει η ζωή;
«Ποιήματα γράφεις με οκτάνια, όχι με γράμματα και αριθμούς » μας λέει ο Γιώργος Βέλτσος στα Τέσσερα Ποιήματα του , στον Χάρτη ( 69 Σεπτέμβριος 2024). Πράγματα που μας ενώνουν, πράγματα που μας διαιρούν και πράγματα που μας καταστρέφουν. Θα μπορούσε να έχει το σχήμα άδειου ναού, ενός καλοκαιριάτικου απογεύματος σ’ ένα νησί του Αιγαίου. Η ποίηση ίσως είναι μια εξομολόγηση από έναν άδειο ναό με την λιακάδα να διαρρέει μέσα από τα βιτρό παράθυρα και έρχεται καταπάνω σου σαν ορμητικό νερό.
Τα ποιήματα δεν αντέχουν ως αντικείμενα, αλλά ως παρουσίες. Όταν διαβάζεις κάτι αξιομνημόνευτο, απελευθερώνεις μια ανθρώπινη ανάσα, που γίνεται φωνή και σε συντροφεύει στον έξω κόσμο, την παίρνεις μαζί σου και φεύγετε. Και πού ξέρεις; Τα ποιήματα μπορεί να έχουν τη μαγεία την λέξεων που αλλάζουν την ζωή σου ή την ζωή των άλλων. Άλλωστε η λογοτεχνία δεν κρίνει. Θέτει διαρκώς τα ίδια ερωτήματα εδώ και αιώνες.
Ετοιμάζετε νέα δουλειά;
Ναι, τα «Νησιά ΙΙΙ».
Σας ευχαριστούμε πολύ!
Και εγώ σας ευχαριστώ πολύ.
Facebook
Twitter
Tumblr
RSS