Είναι μερικές συνεντεύξεις στις οποίες νιώθεις κάπως παράξενα. Μία από αυτές ήταν με το Σταμάτη Μπαρτατίλα (a.k.a. Steve Bart) με τον οποίο μας δένει μια πολύχρονη γνωριμία. Πρόκειται για μια πολυσχιδή προσωπικότητα, ήδη γνωστός σ’ εμάς ως φωτογράφος και σκηνοθέτης, μια σεμνή παρουσία στο χώρο, που προτιμά τη «φασαρία» να την κάνουν οι δουλειές του. Αυτή τη φορά μας ξάφνιασε για μία ακόμα φορά, γιατί μας συστήνει μία άλλη πτυχή του εαυτού του, αυτή της συγγραφής (όσοι τον ξέρουμε, βέβαια, δεν πέσαμε από τα σύννεφα και για αυτό το ταλέντο του). Πριν λίγο καιρό κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Μετρονόμος η συλλογή διηγημάτων του «Προσωπικές οπτασίες» (περισσότερα δείτε εδώ). Εκτός από τον τίτλο που σίγουρα σας θυμίζει τραγούδι των Κατσιμιχαίων, στα διηγήματα θα βρείτε πολλά στοιχεία, αναμνήσεις και εικόνες από τη ζωή σας, χαρακτήρες ατόμων που έχετε γνωρίσει, μύχιες σκέψεις που έχετε κάνει, μέρη που έχετε επισκεφθεί…
Σταμάτη, πες μας λίγα λόγια για την πρώτη σου συλλογή διηγημάτων.
Οι «ΠΡΟΣΩΠΙΚΕΣ ΟΠΤΑΣΙΕΣ» είναι ακριβώς αυτό που περιγράφει ο τίτλος. Μικρές ιστορίες φτιαγμένες κατά κύριο λόγο μέσα σε ένα αστικό περιβάλλον είτε αυτό είναι στο σήμερα, είτε κάποιες χιλιάδες χρόνια πριν, τονίζοντας τον χαρακτήρα των ανθρώπων που ζουν μέσα σε αυτό. Μερικές φορές η ύπαρξή του μπορεί να φωτίζεται στο βάθος ή να υπάρχει σαν αναφορά, αλλά πάντα είναι εκεί. Τα διηγήματα είναι εμπνευσμένα από έναν στίχο ή από ένα τραγούδι των Χάρη και Πάνου Κατσιμίχα, όπως και ο τίτλος ολόκληρης της συλλογής και τους ευχαριστώ ιδιαιτέρως για την άδεια παραχώρησής τους.
Ξεχωρίζεις κάποιο απ’ τα διηγήματά σου;
Προσωπικά ξεχωρίζω τρία. Το αγαπημένο μου είναι «Το Κατερινάκι (Ξημέρωμα φριχτό σαν πιστολιά)», μετά το «Εγώ ήθελα να γίνω δέντρο» και τέλος το «Εκείνος Εκείνη (Παλιά καλοκαίρια)». Το καθένα έχει τον δικό του λόγο και τη δική του σημασία μέσα μου. «Το Κατερινάκι» είναι ένα διήγημα το οποίο λαχταρώ να το κάνω ταινία μικρού μήκους και ήδη το σενάριο είναι έτοιμο, μιλάει για τη θέση της γυναίκας σχεδόν διαχρονικά, το «Εγώ ήθελα να γίνω δέντρο» είναι εκείνο που βγάζει το δέσιμο που μπορεί να έχει κάποιος/α με τη μητέρα του/της ή με ένα μητρικό πρότυπο. Το «Εκείνος Εκείνη» είναι ένα είδος ερωτικού διαλόγου, σε λίγο πιο αφηρημένη βάση.
Ποιο τραγούδι των αδελφών Κατσιμίχα σε εκφράζει ιδιαίτερα;
Άλλη μια δύσκολη επιλογή. Ο «Φάνης» θα κατέχει πάντα την υψηλότερη θέση στην καρδιά μου. Είναι το τραγούδι που καθόρισε τον τρόπο σκέψης μου, όσο περίεργο κι αν ακούγεται κάτι τέτοιο. Το πώς αντιμετωπίζουν οι Κατσιμιχαίοι (όπως συνηθίζουμε να τους αποκαλούμε) την ιστορία του είναι κάτι που δεν έχω ξανακούσει σε τραγούδι ούτε το έχω διαβάσει σε κάποιο ποίημα ή σε κάποιο βιβλίο.
Η μοναξιά είναι φίλη ή εχθρός;
Η μοναξιά είναι φίλη όταν σε κάνει δημιουργικό. Εχθρός γίνεται όταν τα σκοτάδια σου δεν τα μεταβολίζεις σε φως. Η σύνθεση, η συγγραφή, η ζωγραφική, η γλυπτική, όλα αυτά τα είδη τέχνης, είναι μοναχικά. Ο συνθέτης ή ο συγγραφέας δεν κάθεται με παρέα να γράψει κάτι. Η δημιουργία είναι ένα μοναχικό σπορ, αλλά από τη στιγμή που δημιουργείς κάτι το μοιράζεσαι με άλλους, εκεί λοιπόν έχεις πάρει το σκοτάδι σου και το έχεις κάνει φως. Άρα λοιπόν από φύση και από θέση σου λέω ότι είναι φίλη, τουλάχιστον για μένα.
Όταν κλείνεις τα μάτια, ποια είναι η πιο συχνή σου προσωπική οπτασία;
Οι δικές μου προσωπικές οπτασίες έχουν δυνατό το στοιχείο της συλλογικότητας. Δεν μπορεί να υπάρχει το προσωπικό ξέχωρα από το συλλογικό. Αν σε προσωπικό επίπεδο είμαι εντάξει και βλέπω έναν κόσμο να πηγαίνει κατά διαόλου, αν μη τι άλλο οφείλω να μιλήσω για αυτόν τον κόσμο. Άσε που για μένα δε μπορείς να λες ότι είσαι εντάξει όταν βλέπεις γύρω σου γυναικοκτονίες, άστεγους, πλειστηριασμούς σε σπίτια μεροκαματιάρηδων, φωτιές σε δάση κλπ. Όταν κλείνεις τα μάτια σκέφτεσαι έναν κόσμο καλύτερο, για σένα και για όλους.
Φτιάχνεται τελικά αυτός ο κόσμος όπως τον θέλει ο καθένας μας;
Εδώ έρχεται το συλλογικό λοιπόν. Θεωρώ ότι φτιάχνεται, αλλά θα πρέπει να συζητήσουμε αρκετά στο τι θέλει ο καθένας μας. Τρία πράγματα χρειάζονται: καλή θέληση, φαντασία και αγώνες. Χωρίς αυτά τα τρία δεν αλλάζει και δεν φτιάχνεται τίποτα.
Πώς έγινε η επιλογή των φωτογραφιών που συναντάμε στο βιβλίο;
Εδώ έρχεται να κουμπώσει η άλλη μου ιδιότητα, αυτή του σκηνοθέτη. Ήθελα η ανάγνωση των διηγημάτων να είναι μια «τρισδιάστατη» εμπειρία. Να διαβάζεις το κείμενο, να έχεις τη μουσική στο μυαλό σου και τέλος να βλέπεις τη φωτογραφία σαν το πόστερ μιας εν δυνάμει ταινίας. Κάπως έτσι λοιπόν ανέτρεξα στο ινσταγκραμικό μου αρχείο και χρησιμοποίησα κάποιες από τις φωτογραφίες που έχω τραβήξει κατά καιρούς. Δεν ήταν εύκολο, μιας και έπρεπε να απορρίψω κάποιες, αλλά τελικά δεν ήταν και τόσο δύσκολο, αφού μετά την επιλογή ήμουν σίγουρος για το αποτέλεσμα.
Αν μπορούσες να ταξιδέψεις στο χρόνο, σε ποια εποχή θα επέλεγες να ζήσεις;
Με συγκινούν πάντα οι μικρές ή οι μεγάλες επαναστάσεις. Θα ήθελα να ήμουν στρατιώτης στο ασκέρι του Κολοκοτρώνη, στη Ρωσία του 1917, αντάρτης με τον Άρη, στην Κούβα με τον Φιντελ και τον Τσε, στην Παρισινή Κομμούνα, χαρακτήρας στους Άθλιους του Βίκτωρος Ουγκώ. Αλλά θα ήθελα να είμαι και σε ένα καράβι με τον Καββαδία ή μια χορδή από το πιάνο του Θάνου Μικρούτσικου ή δίπλα στον Ελύτη όταν έγραφε το Άξιον Εστί. Στο Παρίσι με τον Μοντιλιάνι και τον Πικάσο ή να ψαρεύω με τον Χεμινγουεη.
Ετοιμάζεις νέα δουλειά;
Όλο και κάτι υπάρχει στα σκαριά. Προς το παρόν παλεύουμε με τον καλλιτεχνικό επιμελητή του βιβλίου Θανάση Χουλιαρά να ολοκληρώσουμε το μοντάζ ενός ντοκιμαντέρ. Για τα υπόλοιπα θα μιλήσουμε εν καιρώ.
Σ’ ευχαριστούμε πολύ!
Facebook
Twitter
Tumblr
RSS