Η Εθνική Λυρική Σκηνή ανοίγει τη σεζόν 2024/25 με μια μεγάλη διεθνή συμπαραγωγή με το Φεστιβάλ του Αιξ αν Προβάνς και την Εθνική Όπερα του Παρισιού, η οποία επαναπροσδιορίζει τα όρια του λυρικού θεάτρου. Ο κορυφαίος Ρώσος σκηνοθέτης Ντμίτρι Τσερνιακόφ παρουσιάζει τις δύο σπουδαίες αρχαιόθεμες όπερες του Κρίστοφ Βίλλιμπαλντ Γκλουκ Ιφιγένεια εν Αυλίδι και Ιφιγένεια εν Ταύροις σε μία ενιαία παράσταση. Από τις 10 Οκτωβρίου και για επτά παραστάσεις στην Αίθουσα Σταύρος Νιάρχος στο ΚΠΙΣΝ. Η παραγωγή υλοποιείται με τη στήριξη της δωρεάς του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος (ΙΣΝ) για την ενίσχυση της καλλιτεχνικής εξωστρέφειας της Εθνικής Λυρικής Σκηνής.
Η ενιαία παρουσίαση των δύο σπουδαίων λυρικών έργων του Κρίστοφ Βίλλιμπαλντ Γκλουκ επιχειρεί να φωτίσει τον πυρήνα της κατάρας των Ατρειδών που αναπαράγει έναν κύκλο ατελείωτης βίας. Πώς το θύμα της Αυλίδας γίνεται ο δήμιος της Ταυρίδας; Αυτό είναι το συγκλονιστικό ερώτημα που θέτει ο Ντμίτρι Τσερνιακόφ, αναζητώντας τις απαντήσεις στην οικογενειακή εστία που στοιχειώνεται από τους νεκρούς της, μέσα από μια αδυσώπητα εξελισσόμενη διαδικασία απανθρωποποίησης, με σύγχρονες απηχήσεις. Για να εικονογραφήσει την τραγική μοίρα του μύθου των Ατρειδών που έχει καταστήσει την οικεία βία ένα παγκόσμιο βίωμα, ο Τσερνιακόφ επιλέγει ως σκηνική εγκατάσταση ένα άχρονο σπίτι – ένα κουφάρι που άλλοτε μοιάζει αδιαφανές και άλλοτε απολύτως διάφανο.
Η παράσταση, «που ακολουθεί τα ίχνη του αίματος, μέσα από το αποτύπωμα του πολέμου, τον φόρο σε νεκρούς, το βαθύ τραύμα, τον ακρωτηριασμό της σάρκας και το ξέσκισμα της ψυχής» ( ), έκανε την εξαιρετικά επιτυχημένη πρεμιέρα της τον περασμένο Ιούλιο στο Φεστιβάλ του Αιξ αν Προβάνς στη νότια Γαλλία, ενθουσιάζοντας το κοινό, που την επιβράβευσε με ένα παρατεταμένο . Σύμφωνα με την κριτική των , «η βαθιά μελαγχολική παραγωγή του Τσερνιακόφ αναδεικνύει τη νηφαλιότητα της μουσικής του Γκλουκ […] προάγοντας έναν ζοφερό αναστοχασμό πάνω στο μούδιασμα που προκαλεί η ατέρμονη σύγκρουση». Ενδεικτική της επιτυχίας και του διεθνούς αντικτύπου τους είναι η υποψηφιότητα των Ιφιγενειών του Τσερνιακόφ στην κατηγορία «Καλύτερη νέα παραγωγή όπερας» στα 2024, η απονομή των οποίων θα γίνει στις 2 Οκτωβρίου στο Μόναχο.
Η Ιφιγένεια εν Αυλίδι και η Ιφιγένεια εν Ταύροις –δύο από τις κορυφαίες όπερες του κλασικισμού– γράφτηκαν κατά το τελευταίο τέταρτο του 18ου αιώνα και ανέδειξαν τον Γκλουκ ως «μεταρρυθμιστή» της όπερας. Τα έργα απομακρύνονται από τον κόσμο της σοβαρής όπερας (οpera seria) του μπαρόκ, στον οποίο κυριαρχούσαν οι εκτενείς αυτόνομες άριες και η διανθισμένη μουσική, που αποτελούσε αφορμή για την προβολή των ικανοτήτων διάσημων ερμηνευτών. Ο Γκλουκ εισήγαγε ένα νέο, δραματικό ύφος στο οποίο το κείμενο και η εκφορά του αποκτούν κυρίαρχη σημασία. Τα έργα του αποτελούνται από μεγαλύτερες μουσικές ενότητες, καθώς η μουσική περνά χωρίς διακοπή από το ένα μουσικό μέρος στο επόμενο. Αναβαθμισμένος είναι ο ρόλος της ορχήστρας, η οποία δεν αρκείται στη συνοδεία των φωνών, αλλά φωτίζει το περιεχόμενο του λόγου, υπογραμμίζοντας τα συναισθήματα των βασικών χαρακτήρων.
Τα δύο έργα δεν βασίζονται απευθείας στον Ευριπίδη, αλλά στηρίζονται σε γαλλικά κείμενα του 18ου αιώνα: η Ιφιγένεια εν Αυλίδι σε έργο του Ρακίνα και η Ιφιγένεια εν Ταύροις σε τραγωδία του Κλωντ Γκυμόν ντε λα Τους. Ο Γκλουκ συνέθεσε την Ιφιγένεια εν Αυλίδι χωρίς να έχει λάβει παραγγελία, κατάφερε όμως να την παρουσιάσει στο Παρίσι, όπου το 1774 σημείωσε τεράστια επιτυχία. Ακολούθησαν αρκετές ακόμα όπερες για τη γαλλική πρωτεύουσα πριν ο συνθέτης καταπιαστεί με την Ιφιγένεια εν Ταύροις, την οποία πρωτοπαρουσίασε το 1779 και σημείωσε μεγάλη επιτυχία, ίσως τη μεγαλύτερη που έζησε ο Γκλουκ. Ο κόσμος μιλούσε για ένα «νέο είδος» (genre neuf) που είχε γεννηθεί.
Από την Εθνική Λυρική Σκηνή η Ιφιγένεια εν Αυλίδι παρουσιάζεται για πρώτη φορά, ενώ η Ιφιγένεια εν Ταύροις παραστάθηκε για πρώτη φορά στις 2 Οκτωβρίου 1946 στο Ωδείο Ηρώδου Αττικού, σε μουσική διεύθυνση Αντίοχου Ευαγγελάτου και σκηνοθεσία Κίμωνα Τριανταφύλλου. Γιατί, όμως, τώρα η παρουσίαση των Ιφιγενειών; «Γιατί ο πόλεμος είναι ξανά δίπλα μας. Γιατί έχουμε ανάγκη τα μεγάλα κείμενα για να αποστασιοποιηθούμε από το τρομακτικό παρόν και να αναστοχαστούμε το δυσοίωνο μέλλον μας. Γιατί η τραγική μοίρα του οίκου των Ατρειδών –πριν και μετά το δραματικό ξέσπασμα του Τρωικού πολέμου– είναι ένα διαχρονικό και πανανθρώπινο μάθημα για τον άνθρωπο», όπως σημειώνει ο Καλλιτεχνικός Διευθυντής της ΕΛΣ Γιώργος Κουμεντάκης.
Ο γεννημένος στη Μόσχα Ντμίτρι Τσερνιακόφ θεωρείται ένας από τους πιο επιδραστικούς σκηνοθέτες της εποχής μας. Έχει βραβευτεί με τα σημαντικότερα βραβεία της όπερας όχι μόνο για τη σκηνοθετική αλλά και για τη σκηνογραφική του εργασία – εκτός από τη σκηνοθεσία, ο Τσερνιακόφ επιμελείται και τη σκηνογραφία σε όλες τις παραγωγές του. Εξαιρετικά παραγωγικός και εμπνευσμένος, έχει λάβει διθυραμβικές κριτικές για το σύνολο των παραγωγών του, μεταξύ άλλων, σε Μαριίνσκι, Μπολσόι, στις Κρατικές Όπερες Βερολίνου, Βαυαρίας, Βιέννης, σε Σκάλα Μιλάνου, Εθνική Όπερα Παρισιού, Εθνική Όπερα Αγγλίας, Μετροπόλιταν Νέας Υόρκης, στα φεστιβάλ του Μπάυρωυτ και του Αιξ αν Προβάνς. Συνεργάζεται στενά με μερικούς από τους κορυφαίους αρχιμουσικούς της εποχής μας όπως, μεταξύ άλλων, τους Θεόδωρο Κουρεντζή, Ντάνιελ Μπάρενμποϊμ, Κεντ Ναγκάνο, Φίλιπ Τζόρνταν, Αλαίν Αλτίνογλου κ.ά. «Ο πρώτος μου ενθουσιασμός για την όπερα, σχεδόν παιδικός, ήταν για έναν παλιό δίσκο βινυλίου της Ιφιγένειας εν Αυλίδι, τη μοναδική ηχογράφηση από την RDA που μπόρεσα να βρω στη Μόσχα στα μέσα της δεκαετίας του 1980. Επρόκειτο για μια εκτέλεση της επανορχηστρωμένης εκδοχής της από τον Ρίχαρντ Βάγκνερ, που ηχογραφήθηκε τη δεκαετία του 1970 με την Άννα Μόφο, την Τρουντελήζε Σμιτ και τον Ντήτριχ Φίσερ-Ντίσκαου. Αυτόν τον δίσκο τον άκουγα μέχρι που γέμισε χαρακιές κι άρχισε να κάνει έναν αφόρητο τσιτσιριστό ήχο. Και τώρα, μετά από σαράντα περίπου χρόνια, οι Ιφιγένειες μου ξανάρχονται», αναφέρει ο σκηνοθέτης σε συνέντευξη που έδωσε στον Τιμοτέ Πικάρ (Φεστιβάλ Αιξ αν Προβάνς). Τη δραματουργία υπογράφει η Τατιάνα Βερεσάγκινα, τα κοστούμια η Γελένα Ζάιτσεβα και τους φωτισμούς ο Γκλεμπ Φιλστίνσκι.
Την Ορχήστρα της Εθνικής Λυρικής Σκηνής θα διευθύνει ο καταξιωμένος Γερμανός αρχιμουσικός και ακαδημαϊκός Μίχαελ Χόφστεττερ στην πρώτη του συνεργασία με την ΕΛΣ. Από τον Ιανουάριο του 2020 είναι ο καλλιτεχνικός διευθυντής του Διεθνούς Φεστιβάλ Γκλουκ στη Νυρεμβέργη, ενώ για περισσότερα από τριάντα χρόνια έχει συνεργαστεί με πολλά λυρικά θέατρα και φεστιβάλ, μεταξύ άλλων, σε Χιούστον, Λονδίνο, Κοπεγχάγη, Όσλο, Τορόντο, Αμβούργο, Αννόβερο, Στουτγάρδη, Μόναχο, Παρίσι, Φεστιβάλ Ζάλτσμπουργκ, Φεστιβάλ Χαίντελ Καρλσρούης κ.α.
Ο Τσερνιακόφ, γνωστός για τη συστηματική καθοδήγηση της σκηνικής ερμηνείας τραγουδιστών και την επιμονή του να έχει αποφασιστικό λόγο στην επιλογή των καστ, προτείνει τη σπουδαία Αμερικανίδα σοπράνο Κορίν Γουίντερς να ερμηνεύσει και τις δύο Ιφιγένειες, σε μια μοναδική φωνητική και σκηνική πρόκληση, στην πρώτη της εμφάνιση στην Εθνική Λυρική Σκηνή. «Ανήκει σε μια πολύ μικρή μερίδα εντελώς ατρόμητων σύγχρονων τραγουδιστριών. Αυτό που κάνει την Κορίν μοναδική είναι η ικανότητά της να δημιουργεί ηλεκτρισμό στη σκηνή. Χιλίων βολτ. Βγάζει μια φλόγα που καίει ασταμάτητα μέσα από το εσωτερικό του κάθε χαρακτήρα που ενσαρκώνει», τονίζει ο Τσερνιάκοφ (συνέντευξη στον Τιμοτέ Πικάρ, για το πρόγραμμα του Φεστιβάλ Αιξ αν Προβάνς). Η διάσημη υψίφωνος έχει ερμηνεύσει περισσότερους από τριάντα ρόλους στα μεγαλύτερα λυρικά θέατρα του κόσμου, ενώ η ερμηνεία της στην Κάτια Καμπάνοβα (Φεστιβάλ Ζάλτσμπουργκ) απέσπασε διεθνή αναγνώριση, συμπεριλαμβανομένου του για το Καλύτερο DVD Όπερας. Για τη μνημειώδη ερμηνεία της –τόσο φωνητικά όσο και σκηνικά– στις δύο Ιφιγένειες του Γκλουκ έλαβε διθυραμβικές κριτικές από τα μεγαλύτερα ΜΜΕ του κόσμου, αλλά και μια πραγματική αποθέωση από το οπερατικό κοινό που συνέρρευσε στις παραστάσεις του Φεστιβάλ του Αιξ αν Προβάνς.
Στον ρόλο του Αγαμέμνονα συναντούμε τον διεθνώς αναγνωρισμένο Έλληνα βαρύτονο Τάση Χριστογιαννόπουλο. Ο καταξιωμένος πρωταγωνιστής και πλέον και Καλλιτεχνικός Διευθυντής στο Ολύμπια Δημοτικό Μουσικό Θέατρο «Μαρία Κάλλας», πρωταγωνιστεί από το 1989 σε παραγωγές της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, ενώ εμφανίζεται στα σημαντικότερα θέατρα παγκοσμίως όπως, μεταξύ άλλων, σε Οπερά Κομίκ, Εθνική Όπερα Παρισιού και Θέατρο Ηλυσίων Πεδίων στο Παρίσι, Βασιλική Όπερα Λονδίνου κ.α.
Την Κλυταιμνήστρα ερμηνεύει η Γαλλίδα υψίφωνος Βερονίκ Ζανς, η οποία θεωρείται μια από τις καλύτερες ερμηνεύτριες του Μότσαρτ και του γαλλικού ρεπερτορίου. Το 1999 ψηφίστηκε ως Καλλιτέχνιδα της χρονιάς στα βραβεία Victoires de la Musique Classique. Επίσης, της απονεμήθηκε ο τίτλος του Ιππότη της Λεγεώνας της Τιμής και του Ιππότη του Τάγματος των Τεχνών και των Γραμμάτων. Έχει διακριθεί για την ερμηνεία της στα σημαντικότερα λυρικά θέατρα του κόσμου, μεταξύ των οποίων σε Εθνική Όπερα Παρισιού, Οπερά Κομίκ Παρισιού, Βασιλική Όπερα Λονδίνου, Κρατική Όπερα Βιέννης κ.α.
Τον ρόλο του Ορέστη αναλαμβάνει ο διακεκριμένος βαρύτονος Διονύσης Σούρμπης, σολίστ της Εθνικής Λυρικής Σκηνής από το 2003 με εμφανίσεις ταυτόχρονα σε μερικές από τις μεγαλύτερες λυρικές σκηνές, όπως σε Μαλιμπράν Βενετίας, Τρεβίζο, Βασιλικό Θέατρο Τορίνου, Όπερα Ρώμης, Όπερα της Ρεν, Μεγάλο Εθνικό Θέατρο Περού, Βασιλική Όπερα Λονδίνου κ.α. Έχει κερδίσει πρώτα βραβεία σε διεθνείς διαγωνισμούς και το βραβείο «Λώρενς Ολίβιε» (Βασιλική Όπερα Λονδίνου, 2016).
Τον ρόλο του Θόα ερμηνεύει ο Γάλλος βαρύτονος Αλεξάντρ Ντυαμέλ, ο οποίος έχει αναγνωριστεί ως ένας από τους πιο ενδιαφέροντες και ταλαντούχους τραγουδιστές της γενιάς του. Στη μέχρι τώρα σταδιοδρομία του έχει τραγουδήσει στα πιο διάσημα λυρικά θέατρα παγκοσμίως, ανάμεσά τους σε Εθνική Όπερα Παρισιού, Μεγάλο Θέατρο Γενεύης, Μεγάλο Θέατρο Λισέου Βαρκελώνης, Εθνικό Θέατρο Σάο Κάρλος, Σκάλα Μιλάνου, Νέο Εθνικό Θέατρο Τόκυο κ.α.
Στον ρόλο του Πυλάδη ο Γάλλος τενόρος Στανισλάς ντε Μπαρμπεράκ. Σπούδασε στο Ωδείο του Μπορντώ με τον Λιονέλ Σαραζίν. Το 2008 εντάχθηκε στο Εργαστήριο Λυρικής Τέχνης της Εθνικής Όπερας του Παρισιού και στη συνέχεια ξεκίνησε την καριέρα του στην όπερα. Έχει βραβευτεί σε πολλούς σημαντικούς διαγωνισμούς και έχει εμφανιστεί στα πιο διάσημα λυρικά θέατρα παγκοσμίως, μεταξύ άλλων σε Όπερα Παρισιού, Κρατική Όπερα Βερολίνου, Θέατρο Ηλυσίων Πεδίων, Μεγάλο Θέατρο Γενεύης, Σκάλα Μιλάνου κ.α.
Ο Άγγλος τενόρος Άντονυ Γκρέγκορι, που έχει αναγνωριστεί για το μοναδικό του ηχόχρωμα, τη σκηνική παρουσία και τη μουσικότητά του, κρατάει τον ρόλο του Αχιλλέα. Ως ένας από τους ανερχόμενους σολίστ της όπερας, κέρδισε το 2015 στα βραβεία What’s on Stage στην κατηγορία «Πρωτοεμφανιζόμενοι καλλιτέχνες» μετά την εμφάνισή του ως Πήτερ Κουίντ και Πρόλογος (Το στρίψιμο της βίδας) στο Φεστιβάλ του Γκλάιντμπορν. Έχει εμφανιστεί σε σημαντικά θέατρα και φεστιβάλ παγκοσμίως, όπως σε Βασιλική Όπερα Λονδίνου, Εθνική Όπερα Αγγλίας, Βασιλικό Θέατρο Μαδρίτης, Όπερα Ζυρίχης, Φεστιβάλ Αιξ αν Προβάνς κ.α.
Το εξαιρετικό καστ συμπληρώνουν καταξιωμένοι και ανερχόμενοι τραγουδιστές της όπερας, οι Νικόλας Ντούρος, Πέτρος Μαγουλάς, Μαρία Μητσοπούλου, Γιώργος Παπαδημητρίου, Σούλα Παρασίδη. Τη Χορωδία της ΕΛΣ διευθύνει ο Αγαθάγγελος Γεωργακάτος.
10, 13, 16, 19, 22, 27, 30 Οκτωβρίου 2024
Ώρα έναρξης: 18.00
Αίθουσα Σταύρος Νιάρχος Εθνικής Λυρικής Σκηνής – ΚΠΙΣΝ
Συμπαραγωγή με το Φεστιβάλ του Αιξ αν Προβάνς και την Εθνική Όπερα του Παρισιού
Μουσική διεύθυνση: Μίχαελ Χόφστεττερ
Σκηνοθεσία, σκηνικά: Ντμίτρι Τσερνιακόφ
Facebook
Twitter
Tumblr
RSS